Προβλέψεις επιστημόνων για την Γη

Πέμπτη έκθεση αξιολόγησης της IPCC – 2011
Πλημμύρες, καύσωνες, περίοδοι ξηρασίας και άλλα ακραία καιρικά φαινόμενα αναμένεται να πλήξουν τη Γη! Δεν πρόκειται για σενάριο ταινίας επιστημονικής φαντασίας, αλλά για τις προβλέψεις των ειδικών για το μέλλον του πλανήτη μας σύμφωνα με έκθεση του ΟΗΕ.
Επί τρία χρόνια δούλευαν οι επιστήμονες πάνω σε μια επιστημονική έκθεση που είχε παραγγείλει ο ΟΗΕ αναφορικά με την διαχείριση των κινδύνων από ακραία φαινόμενα και καταστροφές. Στην έκθεση αυτή, κορυφαίοι κλιματικοί επιστήμονες προβλέπουν περισσότερες πλημμύρες, τακτικότερα κύματα καύσωνα, πιο συχνές περιόδους ξηρασίας αλλά και μεγαλύτερο κόστος για την αντιμετώπισή τους.
Η έκθεση που πραγματοποιήθηκε κατά παραγγελία της διακυβερνητικής επιτροπής του ΟΗΕ…. για την κλιματική αλλαγή, θα εξεταστεί σε συνάντηση στην πρωτεύουσα της Ουγκάντας, Καμπάλα, και στη συνέχεια θα δοθεί στη δημοσιότητα. Για την υλοποίηση της, επιστήμονες από τον ΟΗΕ και τον παγκόσμιο οργανισμό μετεωρολογίας συνεργάστηκαν, προκειμένου να εντοπίσουν επαναλαμβανόμενες δομές, ανάμεσα σε εκατοντάδες πρόσφατες έρευνες.
Τα πορίσματα της έκθεσης εντυπωσιάζουν, αν δεν τρομοκρατούν, καθώς οι πιθανότητες να έχουν επιδεινωθεί τα κλιματικά ακραία φαινόμενα, λόγω των αερίων του θερμοκηπίου που οφείλονται στις δραστηριότητες του ανθρώπου, είναι τουλάχιστον δύο στις τρεις!
Ακόμη, τα ακραία φαινόμενα, που έχει προκαλέσει η υπερθέρμανση του πλανήτη, θα γίνουν στο μέλλον τόσο δριμεία που ορισμένες περιοχές θα καταστούν «όλο και πιο περιθωριακές στο να ζει ο άνθρωπος σε αυτές».
Ανάμεσα στα πορίσματα της έκθεσης, το προσχέδιο της οποίας εξασφάλισαν διεθνή ΜΜΕ, περιλαμβάνεται και η πιθανότητα για πιο συχνές περιόδους ξηρασίας στη Μεσόγειο, την Κεντρική Ευρώπη, τη Βόρειο Αμερική, τη βορειοανατολική Βραζιλία και τη νότια Αφρική.
Στα πορίσματα, επιπλέον, περιλαμβάνονται:
-Η «σχεδόν απόλυτη βεβαιότητα» (ποσοστό 99-100%) ότι η συχνότητα και η ένταση των ημερών με ιστορικά υψηλές θερμοκρασίες θα αυξηθεί κατά τη διάρκεια του 21ου αιώνα, σε πλανητική κλίμακα.
-Η «μεγάλη πιθανότητα» (ποσοστό 90-100%) ότι η διάρκεια, η συχνότητα και η ένταση των περιόδων με υψηλές θερμοκρασίες, συμπεριλαμβανομένων των κυμάτων καύσωνα, θα συνεχίσει να αυξάνεται στις περισσότερες χερσαίες περιοχές του πλανήτη.
-Η «πιθανότητα» (ποσοστό 66-100%) αύξησης των μέγιστων θερμοκρασιών έως και 3 βαθμούς Κελσίου μέχρι το 2050 και κατά 5 βαθμούς Κελσίου μέχρι τα τέλη του αιώνα, σε σχέση με τις τελευταίες χρονιές του προηγούμενου.
-Η«πιθανότητα» (ποσοστό 66-100%) αύξησης των ισχυρών βροχοπτώσεων και χιονοπτώσεων, ιδιαίτερα στους τροπικούς και στα μεγάλα υψόμετρα.
-Η«μεγάλη πιθανότητα» (ποσοστό 90-100%) ότι η άνοδος της στάθμης και η αύξηση της θερμοκρασίας στην επιφάνεια των ωκεανών θα ενισχύσουν την καταστροφική ισχύ των κυκλώνων.
-Τέλος, ότι η τήξη των παγετώνων και του αενάως παγωμένου εδάφους, καθώς και οι ισχυρότερες βροχοπτώσεις, θα προκαλέσουν περισσότερες καθιζήσεις του εδάφους.
Ο Κρις Φιλντ, ο οποίος συμπροεδρεύει σε ομάδα εργασίας της διακυβερνητικής επιτροπής του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή, υπογράμμισε ότι η έκθεση θα συντελέσει στη διαμόρφωση των πολιτικών επιλογών.
«Όταν ολοκληρωθεί η έκθεση και εγκριθεί από τις κυβερνήσεις των χωρών του πλανήτη, θα προσφέρει στέρεα θεμέλια για έξυπνες πολιτικές σχετικά με τη διαχείριση των κινδύνων που προκύπτουν από τα ακραία κλιματικά φαινόμενα και τις καταστροφές που σχετίζονται με την αλλαγή του κλίματος», τόνισε.
Τέταρτη έκθεση αξιολόγησης της IPCC 2007
H τέταρτη έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Αλλαγή του Κλίματος είναι η προτελευταία αξιολόγηση της επιτροπής για την κλιματική αλλαγή που ολοκληρώθηκε το 2007. Αποτελείται από τρεις τόμους που περιλαμβάνουν τα πορίσματα ισάριθμων ομάδων εργασίας, καθώς και από μία αναφορά που συνθέτει τα συμπεράσματα των αξιολογητικών εκθέσεων:
1η Ομάδα εργασίας Περιέχει τα επιστημονικά δεδομένα της κλιματικής αλλαγής και σύνδεση της με ανθρώπινες δραστηριότητες.
2η Ομάδα Εργασίας Περιγράφει τις επιπτώσεις που αναμένεται ότι θα σημειωθούν στο φυσικό περιβάλλον και τις ανθρώπινες κοινωνίες, εκτιμώντας επίσης σε ποιο βαθμό τα μέτρα πρόληψης και προσαρμογής θα καταφέρουν να τις μειώσουν.
3η Ομάδα Εργασίας Εξετάζεται η δυνατότητα πρόληψης καταστροφών και μετριασμού του φαινομένου της υπερθέρμανσης, με εκτίμηση του σχετικού οικονομικού κόστους τους.
Η τέταρτη αξιολόγηση της IPCC επιβεβαίωσε τις κυριότερες διαπιστώσεις της τρίτης έκθεσης (TAR) του 2001, στις οποίες προστέθηκαν νέες γνώσεις που προήλθαν από νέες παρατηρήσεις και βελτιωμένα κλιματικά μοντέλα.
Η πρώτη ομάδα εργασίας δημοσίευσε τη σύνοψη της αξιολογητικής έκθεσής της το Μάρτιο του 2007. Περιέχει μία εκτεταμένη αξιολόγηση των επιστημονικών δεδομένων σχετικά με τις παρατηρούμενες αλλαγές στο κλίμα την απόδοσή τους σε συγκεκριμένα αίτια – φυσικά ή ανθρωπογενή – καθώς και εκτιμήσεις για μελλοντικές αλλαγές.
Η έκθεση, για την ολοκλήρωση της οποίας συμμετείχαν 600 συγγραφείς από 40 χώρες, υποβλήθηκε σε έλεγχο από περισσότερους από 620 ειδικούς και κυβερνήσεις. Πριν την οριστική έγκρισή της, αξιολογήθηκε από κυβερνητικούς εκπροσώπους 113 κρατών, κατά τη διάρκεια της 10ης σύσκεψης της πρώτης ομάδας εργασίας της IPCC που διεξήχθη στο Παρίσι (29 Ιανουαρίου-1 Φεβρουαρίου 2007).
Ατμοσφαιρική σύνθεση
Η τέταρτη έκθεση της ομάδας επισήμανε αρκετές παρατηρούμενες αλλαγές στις κλιματικές συνθήκες της Γης, μεταξύ των οποίων αλλαγές στη σύνθεση της ατμόσφαιρας, στη μέση παγκόσμια θερμοκρασία και στις συνθήκες των ωκεανών. Σύμφωνα με τις κυριότερες διαπιστώσεις της:
- Το διοξείδιο του άνθρακα, το μεθάνιο και το οξείδιο του αζώτου έχουν αυξηθεί σημαντικά από το 1750, ως αποτέλεσμα της ανθρώπινης δραστηριότητας.
- Το ποσοστό διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα το 2005 (379 ppm) υπερβαίνει κατά πολύ τα φυσικά όρια των τελευταίων 650.000 ετών. (180 – 300 ppm)
- Το ποσοστό του μεθανίου στην ατμόσφαιρα το 2005 (1774 ppb) υπερβαίνει κατά πολύ το φυσικό όριο των τελευταίων 650.000 ετών (320 – 790 ppb).
- Η κυριότερη πηγή αύξησης του διοξειδίου του άνθρακα είναι η χρήση ορυκτών καυσίμων.
- Η κυριότερη πηγή αύξησης του μεθανίου είναι πιθανότατα ο συνδυασμός των ανθρώπινων γεωργικών δραστηριοτήτων με τη χρήση ορυκτών καυσίμων.
- Η συγκέντρωση του οξειδίου του αζώτου αυξήθηκε από την τιμή των 270 ppb κατά την προ της βιομηχανικής εποχή στην τιμή των 319 ppb του 2005. Ποσοστό μεγαλύτερο του ενός τρίτου της αύξησης οφείλεται στην ανθρώπινη δραστηριότητα και κυρίως στη γεωργία.
Θέρμανση
Σύμφωνα με την έκθεση της ομάδας εργασίας, τα τελευταία πενήντα χρόνια έχουν παρατηρηθεί εκτεταμένες αλλαγές στις ακραίες θερμοκρασίες, με πιο συχνές θερμές νύχτες και ημέρες ή φαινόμενα καύσωνα και σπανιότερα κύματα ψύχους. Ειδικότερα:
- Κατά την περίοδο 1995-2006 καταγράφτηκαν έντεκα από τα δώδεκα θερμότερα έτη από το 1850. Στο διάστημα 1906-2005, υπολογίζεται μία αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας κατά 0.74 °C.
- Παρατηρήσεις από το 1961 υποδεικνύουν ότι οι ωκεανοί απορροφούν ποσοστό μεγαλύτερο από 80% της θερμότητας που προστίθεται στο κλιματικό σύστημα και πως οι θερμοκρασίες τους έχουν αυξηθεί σε βάθος τουλάχιστον 3000 μέτρων, παράγοντες που συνεισφέρουν στην αύξηση της στάθμης της θάλασσας.
- Οι μέσες θερμοκρασίες της Αρκτικής έχουν αυξηθεί περίπου δύο φορές περισσότερο σε σύγκριση με τον παγκόσμιο μέσο ρυθμό αύξησης των τελευταίων 100 ετών.
- Κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, οι μέσες θερμοκρασίες στο βόρειο ημισφαίριο ήταν πιθανότατα μεγαλύτερες από οποιαδήποτε άλλη πεντηκονταετία των τελευταίων 500 χρόνων και πιθανώς οι μεγαλύτερες σε σύγκριση με εκείνες των τελευταίων 1300 ετών.
- Την περίοδο 1961-2003, η στάθμη της θάλασσας έχει αυξηθεί κατά μέσο όρο 1.8mm/έτος (1.3-2.3 mm). Η αντίστοιχη αύξηση για το διάστημα 1993-2003 ήταν 3.1mm/έτος, χωρίς να είναι σαφές αν πρόκειται για μακροχρόνια ροπή ή φυσική διακύμανση.
Φαινόμενα θέρμανσης ή ψύξης του πλανήτη εξετάζονται στη βάση του ενεργειακού ισοζυγίου της Γης. Σύμφωνα με την έκθεση, συνυπολογίζοντας όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες, υπάρχει θετική συνεισφορά της τάξης των +1.6 watts/m2. Αντίστοιχη θετική συνεισφορά από φυσικά αίτια, δηλαδή εξαιτίας της αύξησης της έντασης της ηλιακής ακτινοβολίας από το 1750, είναι +0.12 watts/m2. Η θετική συνεισφορά από αέρια όπως το διοξείδιο του άνθρακα, το μεθάνιο και το μονοξείδιο του αζώτου αυξάνει πιθανότατα (>90%) με ταχύτερο ρυθμό στη νεότερη εποχή (1750-σήμερα) σε σύγκριση με οποιαδήποτε περίοδο των τελευταίων 10.000 ετών.
Προβλέψεις για το μέλλον
Προβλέψεις για μελλοντικές κλιματικές συνθήκες βασίζονται σε υπολογιστικά κλιματικά μοντέλα προσομοίωσης και την υιοθέτηση διαφορετικών εκτιμήσεων για το μέλλον, σε ότι αφορά τα επίπεδα εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου. Σύμφωνα με την έκθεση, προβλέπεται θέρμανση του πλανήτη κατά 0.2oC ανά δεκαετία, για ένα ευρύ φάσμα των διαφορετικών σεναρίων, ενώ υποθέτοντας πως τα επίπεδα συγκέντρωσης αέρια του θερμοκηπίου παραμένουν σε εκείνα του 2000, αναμένεται επίσης αύξηση, κατά 0.1oC ανά δεκαετία. Η εμπιστοσύνη σε τέτοιου τύπου προβλέψεις είναι αυξημένη με βάση τη συμφωνία παλαιότερων προβλέψεων με τις παρατηρούμενες τελικά συνθήκες. Προβλέπεται ότι η αύξηση της στάθμης της θάλασσας θα είναι σύμφωνα με την πλέον συντηρητική εκτίμηση 18-38 cm ή 26-59 cm σύμφωνα με το πλέον απαισιόδοξο σενάριο για τα μελλοντικά επίπεδα εκπομπής.
2η ομάδα εργασίας
Η σύνοψη της έκθεσης αξιολόγησης της δεύτερης ομάδας εργασίας της IPCC δημοσιεύτηκε στις 6 Απριλίου 2007, ενώ η πλήρης έκθεση εκδόθηκε τον ίδιο χρόνο, στις 18 Σεπτεμβρίου.
Περιγράφει τις επιπτώσεις που αναμένεται ότι θα σημειωθούν στο φυσικό περιβάλλον και τις ανθρώπινες κοινωνίες εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, εκτιμώντας ότι σύμφωνα με «ενδείξεις από όλες τις ηπείρους και τους περισσότερους ωκεανούς της Γης, πολλά οικοσυστήματα επηρεάζονται από τοπικές κλιματικές μεταβολές και ειδικότερα από την αύξηση της θερμοκρασίας».
Συμπεράσματα και προβλέψεις
Σύμφωνα με τα πορίσματα της δεύτερης ομάδας εργασίας, η πρόσφατη αλλαγή του κλίµατος έχει ήδη ισχυρές επιδράσεις σε παγκόσμιο επίπεδο, στα οικοσυστήματα, στους υδάτινους πόρους και στις παράκτιες περιοχές. Με βάση παρατηρησιακά δεδομένα από το 1970, θεωρείται πιθανό (>66%) πως η ανθρωπογενής θέρμανση έχει μέχρι σήμερα αισθητή επίδραση σε πολλά φυσικά και βιολογικά συστήματα.
Εκτιμάται με υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης (>80%) ότι μέχρι τα μέσα του 21ου αιώνα η μέση ετήσια απορροή των ποταμών και η διαθεσιμότητα νερού θα αυξηθεί κατά 10-40% στα υψηλότερα υψόμετρα και σε ορισμένες τροπικές περιοχές, ενώ θα μειωθεί κατά 10-30% σε ξηρές περιοχές σε μέσο υψόμετρο. Ο αριθμός των άνυδρων περιοχών αναμένεται να αυξηθεί, όπως και ο κίνδυνος πλημμυρών. Η δυνατότητα προσαρμογής πολλών οικοσυστημάτων ενδέχεται να ξεπεραστεί στη διάρκεια του 21ου αιώνα, εξαιτίας του συνδυασμού της κλιματικής αλλαγής και άλλων σχετικών φαινομένων (πλημμύρες, ξηρασίες, κ.λ.π). Περίπου 20-30% της γνωστής χλωρίδας και πανίδας είναι πιθανό να γνωρίσει αυξημένο κίνδυνο εξαφάνισης, εφόσον η αύξηση στην παγκόσμια θερμοκρασία ξεπεράσει τους 15-25oC.
Οι παράκτιες περιοχές αναμένεται να αντιμετωπίσουν αυξημένο κίνδυνο εξαιτίας της ανόδου της στάθμης της θάλασσας, ενώ αρκετά εκατομμύρια ανθρώπων εκτιμάται πως θα έρθουν αντιμέτωποι με πλημμύρες μέχρι το 2080.
3η ομάδα εργασίας
Η έκθεση της τρίτης ομάδας εργασίας αναλύει τις δυνατότητες λήψης μέτρων περιορισμού της κλιματικής αλλαγής, προτείνοντας παράλληλα μελλοντικές βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες στρατηγικές για το μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Η σύνοψη της έκθεσης εκδόθηκε στις 4 Μαΐου 2007 κατά την 26η διάσκεψη της επιτροπής, ενώ η πλήρης έκθεση δημοσιεύτηκε το Σεπτέμβριο του 2007. Το προσχέδιό της μελετήθηκε με τη συμμετοχή περισσότερων από 400 επιστημόνων και ειδικών από περίπου 120 χώρες. Για την έγκριση της τελικής πλήρους έκθεσης συμμετείχαν περισσότεροι από 2.000 εκπρόσωποι. Κεντρικό σημείο διαφωνιών υπήρξε μία πρόταση περιορισμού των συγκεντρώσεων των αεριών του θερμοκηπίου σε 445-650 ppm για την αποφυγή «επικίνδυνης κλιματικής αλλαγής», ενώ αναπτυσσόμενες χώρες επιθυμούσαν την αύξηση του κατώτερου προτεινόμενου ορίου. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της ομάδας εργασίας, η σταθεροποίηση της συγκέντρωσης των αερίων του θερμοκηπίου είναι δυνατή και εύλογου οικονομικού κόστους, καθώς η σταθεροποίηση τους στα επίπεδα των 445-535 ppm κοστίζει λιγότερο από το 3% του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Δυνατότητες μετριασμού της κλιματικής αλλαγής Σύμφωνα με τη σύνοψη της έκθεσης, υπάρχει ευρεία συμφωνία και αρκετές ενδείξεις πως υπάρχουν οικονομικές προοπτικές για το μετριασμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τις επόμενες δεκαετίες, έτσι ώστε να μετριαστεί η αυξητική τους πορεία ή ακόμα και να μειωθούν κάτω από τα επίπεδα στα οποία κυμαίνονταν το 2007, λαμβάνοντας υπόψη οικονομικά και κοινωνικά πλεονεκτήματα.
Στον τομέα της ενέργειας, η Διακυβερνητική Επιτροπή εκτιμά ότι οι ανανεώσιμες πηγές έχουν γενικά θετική συνεισφορά στην ενεργειακή ασφάλεια, στην απασχόληση και στην ποιότητα του αέρα. Μπορούν να παράσχουν το 30-35% της παραγωγής ενέργειας μέχρι το 2030 (σε σύγκριση με το ποσοστό του 18% το 2005), ενώ η πυρηνική ενέργεια μπορεί να ανέλθει από το 16% στο 18%.
Ευρεία συμφωνία και ισχυρές ενδείξεις υπάρχουν ακόμα για τη δυνατότητα σταθεροποίησης της εκπομπής των αερίων του θερμοκηπίου, η οποία σύμφωνα με την επιτροπή μπορεί να επιτευχθεί μέχρι το 2050, με τη χρήση σύγχρονων τεχνολογιών και με την προϋπόθεση ότι αποτελεσματικά κίνητρα θα δοθούν για τη χρήση και ανάπτυξή τους. Τονίζεται ότι κυβερνητική χρηματοδότηση για την έρευνα στον τομέα της ενέργειας υπήρξε στάσιμη ή πτωτική από το 1987 μέχρι το 2007. Εκτιμάται ότι καθυστερήσεις στη μείωση της εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου είναι ικανές να οδηγήσουν στην αύξηση του κινδύνου σοβαρών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, καθώς θα αυξάνει η χρήση των τεχνολογιών υψηλής εκπομπής των αερίων.